Διαφωνία μεταξύ Γερμανίας και Ελλάδας για την ανακοίνωση που θα εκδιδόταν στο πέρας συνεδρίασης εκδηλώθηκε στο έκτακτο Συμβούλιο Εξωτερικών Υποθέσεων της Ε.Ε., όπως αναφέρει σε σχετικό ρεπορτάζ η Καθημερινή, όπου προστίθεται: Σύμφωνα με διπλωματικές πηγές, η ελληνική πλευρά επέμενε σε μία πιο σκληρή διατύπωση κατά της Τουρκίας, η οποία θα ζητούσε τον άμεσο τερματισμό των ερευνητικών δραστηριοτήτων αυτής της εβδομάδας και θα καλωσόριζε την ελληνο-αιγυπτιακή συμφωνία μερικής οριοθέτησης Αποκλειστικών Οικονομικών Ζωνών.
Η γερμανική πλευρά αντέδρασε, ειδικά στην αναφορά στην ελληνο-αιγυπτιακή συμφωνία, καθώς το Βερολίνο δεν κρύβει την ενόχλησή του για τη συγκυρία στην οποία δημοσιοποιήθηκε – μία μέρα πριν την ανακοίνωση των διερευνητικών επαφών μεταξύ Αθήνας και Άγκυρας που συμφωνήθηκαν με γερμανική διαμεσολάβηση. Ως αποτέλεσμα, με την Ελλάδα να αρνείται να συνυπογράψει την προτεινόμενη διατύπωση για τα γεγονότα στη Λευκορωσία, δεν υπήρξε κοινή δήλωση των «27».
Αντ’ αυτού, σε tweet προ ολίγου του Ύπατου Εκπροσώπου της Ε.Ε. για την Εξωτερική Πολιτική Ζοζέπ Μπορέλ, εκφράζεται εκ νέου η «πλήρης αλληλεγγύη» της Ε.Ε. με την Ελλάδα και την Κύπρο. Γίνεται παράλληλα έκκληση για αποκλιμάκωση από την πλευρά της Τουρκίας και για επανέναρξη του διαλόγου με την Άγκυρα. Σύμφωνα με πληροφορίες, συζητήθηκε το ενδεχόμενο στην περίληψη της συζήτησης που θα εξέδιδε το γραφείο του Ύπατου Εκπροσώπου να αναφερθεί ότι εξετάζεται το ενδεχόμενο ενός μορατόριουμ σε ερευνητικές δραστηριότητες σε «αμφισβητούμενα ύδατα».
Σε δηλώσεις του μετά το πέρας της τηλεδιάσκεψης από τη Βιέννη, όπου συναντήθηκε με τον Αυστριακό ομόλογό του και τον Αμερικανό ΥΠΕΞ Μάικ Πομπέο, ο Νίκος Δένδιας είπε ότι είναι «ικανοποιημένος από την καταδίκη της παράνομης τουρκικής συμπεριφοράς και τη συμπαράσταση που εξέφρασαν και πάλι οι εταίροι μας προς την Ελλάδα και την Κύπρο». Ο υπουργός Εξωτερικών ανέφερε ότι ο κατάλογος κυρώσεων που συμφωνήθηκε να καταρτίσουν οι υπηρεσίες της Ε.Ε. (στο ΣΕΥ της 13.7) «καταρτίζεται» και «θα αποτελέσει αντικείμενο της προσεχούς συζήτησής μας στο Βερολίνο στο τέλος του μήνα» (σ.σ.: στο ΣΕΥ στις 27-28 Αυγούστου, στο οποίο ωστόσο, εξαιτίας του άτυπου χαρακτήρα του, δεν μπορούν να ληφθούν αποφάσεις).
Ο κ. Δένδιας στην τηλεδιάσκεψη παρουσίασε την ακριβή εικόνα της επιχειρησιακής κατάστασης στην περιοχή, «ώστε να διαπιστώσουν οι φίλοι και εταίροι μας τι αντιμετωπίζει η Ελλάδα», όπως είπε. Καταλήγοντας, ο υπουργός Εξωτερικών επανέλαβε ότι η ελληνική πλευρά παραμένει ανοιχτή σε διάλογο και με την Τουρκία, αλλά «όχι υπό το κράτος πίεσης και εκβιασμού» και «επί της μόνης πραγματικής μεταξύ μας διαφοράς».
Γ. Κατρούγκαλος: Ακόμη ένα επεισόδιο δηλωτικό του κενού στρατηγικής και τακτικής της κυβέρνησης
Τη μη έκδοση κοινής δήλωσης από το Συμβούλιο των Υπουργών Εξωτερικών της ΕΕ σχολιάζει με ανάρτησή του στο Twitter ο τομεάρχης Εξωτερικών του ΣΥΡΙΖΑ, Γιώργος Κατρούγκαλος. “Δεν εκδόθηκε κοινή δήλωση των 27 για καταδίκη της τουρκικής επιθετικότητας και κυρώσεις. Πρόκειται για ακόμη ένα επεισόδιο δηλωτικό του κενού στρατηγικής και τακτικής της κυβέρνησης” αναφέρει, ενώ τονίζει πως “και η ΕΕ όμως πρέπει, επιτέλους, να αναλάβει τις ευθύνες της”.
Ανακοίνωση της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Εξωτερικής Δράσης μετά την έκτακτη τηλεδιάσκεψη των Υπουργών Εξωτερικών της ΕΕ
«Οι Υπουργοί Εξωτερικών της ΕΕ επιβεβαίωσαν την πλήρη αλληλεγγύη της ΕΕ προς την Ελλάδα και την Κύπρο και επανέλαβαν ότι πρέπει να γίνουν σεβαστά τα κυριαρχικά δικαιώματα των κρατών μελών της ΕΕ», αναφέρει η ανακοίνωση της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Εξωτερικής Δράσης, προσθέτοντας ότι «υπενθύμισαν τις κοινές θέσεις της ΕΕ και τα προηγούμενα συμπεράσματα του Συμβουλίου της 22ας Μαρτίου 2018 και Ιουνίου, Ιουλίου, Οκτωβρίου, Δεκεμβρίου 2019, επιπροσθέτως της δήλωσης για την κατάσταση στην Ανατολική Μεσόγειο της 15ης Μαΐου 2020».
Σύμφωνα με την ανακοίνωση της ΕΥΕΔ, «οι Υπουργοί συζήτησαν την κατάσταση στην Ανατολική Μεσόγειο, μετά την επιδείνωση της κατάστασης ασφαλείας τις τελευταίες ημέρες. Τρεις λέξεις αντικατοπτρίζουν το αποτέλεσμα της συζήτησης: αλληλεγγύη, αποκλιμάκωση και διάλογος». Ταυτόχρονα, «οι Υπουργοί τόνισαν ότι η σοβαρή επιδείνωση των σχέσεων με την Τουρκία έχει εκτεταμένες στρατηγικές συνέπειες για ολόκληρη την ΕΕ, πολύ πέρα από την Ανατολική Μεσόγειο», σημειώνει η Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Εξωτερικής Δράσης.
Επιπροσθέτως, σύμφωνα με την ΕΥΕΔ οι Υπουργοί τόνισαν ειδικότερα ότι η πρόσφατη ναυτική κινητικότητα από την Τουρκία δεν συμβάλλει στην εξεύρεση λύσης. Αντίθετα, θα οδηγήσει σε μεγαλύτερο ανταγωνισμό και δυσπιστία. Δημιουργεί αυξημένο κίνδυνο επικίνδυνων συμβάντων. Η άμεση αποκλιμάκωση από την πλευρά της Τουρκίας θεωρήθηκε κρίσιμης σημασίας.
Όπως αναφέρει το δελτίο τύπου της ΕΥΕΔ, οι υπουργοί υπενθύμισαν τη σημασία που αποδίδουν στις σχέσεις με την Τουρκία. Υπογράμμισαν ότι ζητήματα που σχετίζονται με την οριοθέτηση των θαλάσσιων συνόρων και την εκμετάλλευση των πόρων τους μπορούν να αντιμετωπιστούν μόνο μέσω διαλόγου και διαπραγματεύσεων, με καλή πίστη, σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο και στην επιδίωξη της αρχής των σχέσεων καλής γειτονίας, και όχι μέσω μονομερών ενεργειών και κινητοποίησης των ναυτικών δυνάμεων.
Ταυτόχρονα, σημειώνεται ότι «ο Ύπατος Εκπρόσωπος της ΕΕ πρόκειται να προετοιμάσει επιλογές για περαιτέρω κατάλληλα μέτρα σε περίπτωση που οι εντάσεις δεν μειωθούν». Ευρύτερη συζήτηση για τις σχέσεις με την Τουρκία θα πραγματοποιηθεί αργότερα τον Αύγουστο, στο Gymnich, στο Βερολίνο.
Λευκορωσία
Όσον αφορά στη Λευκορωσία «οι Υπουργοί επανέλαβαν ότι οι εκλογές δεν ήταν ούτε ελεύθερες ούτε δίκαιες. Η Ευρωπαϊκή Ένωση θεωρεί ότι τα αποτελέσματα έχουν παραποιηθεί και, ως εκ τούτου, δεν αποδέχεται τα αποτελέσματα όπως παρουσιάστηκαν από την Κεντρική Εκλογική Επιτροπή της Λευκορωσίας. Ως εκ τούτου, η Ευρωπαϊκή Ένωση θα υποβάλει στις αρχές της Λευκορωσίας πρόταση για υποστήριξη της ΕΕ για την καθιέρωση και τη διευκόλυνση του διαλόγου μεταξύ των πολιτικών αρχών, της αντιπολίτευσης και της ευρύτερης κοινωνίας για την επίλυση της τρέχουσας κρίσης. Ο Ύπατος Εκπρόσωπος της ΕΕ και οι υπηρεσίες του θα αρχίσουν αμέσως να εργάζονται για αυτήν την πρόταση». Οι υπουργοί συμφώνησαν επίσης για την ανάγκη κυρώσεων σε βάρος των υπευθύνων για βία, καταστολή και παραποίηση των εκλογικών αποτελεσμάτων και εξέφρασαν την εκτίμησή τους για το έργο των δημοσιογράφων στις δύσκολες συνθήκες που αντιμετωπίζουν και καταδίκασαν επιθέσεις και κρατήσεις δημοσιογράφων, συμπεριλαμβανομένων πολιτών της ΕΕ.
Για Λίβανο
Ταυτόχρονα, κατά την έκτακτη τηλεδιάσκεψη οι Υπουργοί Εξωτερικών, σύμφωνα με την ΕΥΕΔ, εξέτασαν την κατάσταση στο Λίβανο μετά την καταστροφική έκρηξη στο λιμάνι της Βηρυτού στις 4 Αυγούστου. Ο Ύπατος Εκπρόσωπος της ΕΕ και ο Επίτροπος Διεύρυνσης της ΕΕ ενημέρωσε τους Υπουργούς σχετικά με τις ταχείες και ουσιαστικές προσπάθειες της ΕΕ να βοηθήσει το Λίβανο και ευχαρίστησε τη Γαλλία για τη διοργάνωση, με τα Ηνωμένα Έθνη, της πρόσφατης Διεθνούς Διάσκεψης για τη στήριξη του Λιβάνου. Οι υπουργοί υπογράμμισαν την ανάγκη για αυστηρή παρακολούθηση της βοήθειας για να διασφαλιστεί ότι θα μεταφερθεί απευθείας σε όσους έχουν ανάγκη. Οι υπουργοί επανέλαβαν την ανάγκη οι αρχές του Λιβάνου να αντιμετωπίσουν επειγόντως την οικονομική και κοινωνική κρίση και να αποκαταστήσουν την εμπιστοσύνη μέσω συμφωνίας με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο. Οι αρχές του Λιβάνου πρέπει επίσης να διασφαλίσουν μια ανεξάρτητη και αξιόπιστη έρευνα για την έκρηξη. Η ΕΕ είναι έτοιμη να παράσχει περαιτέρω βοήθεια.
Για τη Βενεζουέλα
Σχετικά με τη Βενεζουέλα, η ανακοίνωση της ΕΥΕΔ αναφέρει ότι «οι υπουργοί συζήτησαν την κατάσταση στη Βενεζουέλα, ιδίως το τρέχον αδιέξοδο στις επικείμενες νομοθετικές εκλογές. Ο Ύπατος Εκπρόσωπος της ΕΕ, Ζ.Μπόρελ, παρουσίασε τις επαφές που είχε τις τελευταίες εβδομάδες με την κυβέρνηση Μαδούρο και τις κύριες αντιπολιτευτικές ομάδες σχετικά με αυτό. Οι Υπουργοί συζήτησαν την προθυμία της ΕΕ να βοηθήσει όλες τις γνήσιες προσπάθειες της Βενεζουέλας για εξεύρεση πολιτικής λύσης».
Σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Εξωτερικής Δράσης, «οι υπουργοί συζήτησαν την κατάσταση στη Βολιβία, επισημαίνοντας την ανάγκη ειρηνικού διαλόγου και όλα τα μέρη να δεσμευτούν για μια λύση που να αντιμετωπίζει τόσο τις ανησυχίες που σχετίζονται με το κορονοϊό όσο και το δικαίωμα του λαού να ψηφίζει. Η ΕΕ θα συνεχίσει να υποστηρίζει τις προσπάθειες διαλόγου και διαμεσολάβησης για την υποστήριξη αυτού του στόχου».